31.12.11

Κάλαντα Πρωτοχρονιάς από όλους τους Έλληνες

Η λέξη κάλαντα προέρχεται από τη λατινική «calenda», που σημαίνει αρχή του μήνα. Πιστεύεται ότι η ιστορία τους προχωρεί πολύ βαθιά στο παρελθόν και συνδέεται με την Αρχαία Ελλάδα.


Κάλαντα από το Πόντο

Αρχή Κάλαντα κι αρχή του χρόνου,
κι αρχή του χρόνου, πάντα Κάλαντα,
πάντα του χρόνου, πάντα, του χρόνου.
Αρχή μήλον εν' κι αρχήν κυδώνεν,
κι αρχήν κυδώνεν.

Κι αρχή βάλσαμον το μυριγμένον,
το μυριγμένον.
Εμυρίστεν ατό ο κόσμος Άλεν',
ο κόσμος Άλεν, για μυρίστ' ατό κι εσύ αφένταμ,
καλέμ αφέντα.

Ερθαν καλά παιδία είσην πόρταν
και ξαν σην πόρτα σ '.
Άψον το κερί σ' κι έλα σην πόρτα σ'
κι έλα σην πόρτα σ'
Χαμηλόπα, χα ξερά τζιρόπα,
ξερά τζιρόπα.
Χα ξερά μαύρα κοικκίμελόπα,
κοκκιμελόπα.

Βίντεο με τα κλασσικά κάλαντα :





Κάλαντα από την Κρήτη :

Ταχιά ταχιά ειν' αρχιμηνιά, ταχιά ειν' αρχή του χρόνου,
ταχιά ειν' όπου περπάτησε αφέντης μου στον κόσμο.

Και βγήκε και χαιρέτησε όλους τους ζευγολάτες,
κι ο πρώτος που χαιρέτησε ήταν ο Αγιός Βασίλης.

Ώρα καλή σου βασιλιά τι σπέρνεις την ημέρα,
με το στραβό, με το κουτσό με το στεφανοκέρι;

Σπέρνω κριθάρι δώδεκα και στάρι δεκαπέντε,
ταγί και ρόβι δεκαοχτώ κι από νωρίς στο στάβλο.

Μουζούρι στάρι έσπειρα κάτου στο περιγιάλι,
και ωτί τ' ανεργιαστήκανε περδίκια και λαγούδια.

Στένω βροχάδες για λαγούς και πλάκες για περδίκια,
ούτε λαγούδια έπιασα, ούτε λαγούδια πιάνω.

Επά που καλαντρίσαμε καλά μας επληρώσαν,
πολλά να έχει τα έχη τους και τα ποδόματά τους.

Και αν έχουν και αρσενικό παιδί στη σέλα καθισμένο,
να σιέται να λυγίζεται να πέφτει το λογάδι,
να το μαζώνει η μάνα του, να 'χει χαρά μεγάλη.

Άψε Βαΐτσα το κερί, άψε και το λυχνάρι,
και κάτσε και ντουσούντιζε ίντα θα μας εφέρει.

Για πα και για λουκάνικο, κι απ' αγριμιού κομμάτι,
κι από τη μαύρη όρνιθα κανένα αυγουλάκι,
κι αν το ‘κανε κι η γαλανή ας είναι ζευγαράκι.


Κάλαντα από την Καππαδοκία και τη Λέσβο




Κάλαντα από τη Ζάκυνθο :

Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά κι αρχή καλός μας χρόνος,
υγεία αγάπη και χαρά να φέρει ο νέος χρόνος,
υγεία αγάπη και χαρά να φέρει ο νέος χρόνος.

Να ζήσει ο κύρης ο καλός να ζήσει κι η κυρά του,
όλα του κόσμου τ’ αγαθά να έχει η φαμελιά του,
όλα του κόσμου τ’ αγαθά να έχει η φαμελιά του.

Να ζήσει τ’ αρχοντόπουλο που ‘χει καρδιά μεγάλη,
σ’ εμάς και την παρέα μας ένα φλουρί να βάλει,
σ’ εμάς και την παρέα μας ένα φλουρί να βάλει.


Κάλαντα από τα Δωδεκάνησα :




Κάλαντα από τη Μάνη :

Ταχιά ταχιά ειν' αρχιμηνιά,
ταχιά ειν' αρχή τον χρόνου,
αρχή ειν' αρχή τα κάλαντα,
κι αρχή τον Γεναρίου.

Μέσα κοιμάται αφέντης μας,
μαζί με την κυρά μας,
και ποιος να μπει και ποιος να βγει,
και ποιος να τους ξυπνήσει;

Ξύπνησε, αφέντη, ξύπνησε,
να φάμε και να πιούμε.

Αφέντη πύργος φαίνεσαι,
κι ορθός σαν κυπαρίσσι,
και του ματιού σου η σαϊτιά,
πύργους ξεθεμελιώνει,
πύργους και πετροπήγαδα,
κι αυλές μαρμαρωμένες.

Είπαμε δα τ' αφέντη μας,
ας πούμε της κυράς μας.

Κυρά μαρμαροτράχηλη,
και φεγγαρομαγούλα,
και κρουσταλλίδα του νερού,
και πάχνη από τα χιόνια.

Όπου τον έχεις τον υγιό,
τον λευκοχαναχάρη,
που λούζεις και χτενίζεις τον,
και στο σχολειό τον στέλνεις.

Κι ο δάσκαλος τον έβαλε,
να του χαλαναρχείσει,
κι εξέπασέ του το κερί,
κι έκαψε το χαρτί του,
κι έκαψε και τα ρούχα του,
τα μορφογαζωμένα,
κι ο δάσκαλος τον έδειρε,
με το χρυσό βιτσάρι.

Παίρνει τον το παράπονο,
την άκρην άκρη πάει,
στο δρόμο τον συναπαντούν,
οι δώδεκα Απόστολοι:
«Έλα να φας, έλα να πιεις,
έλα να τραγουδήσεις».


Κάλαντα από τη Σάμο

Άγιος Βασίλης έρχεται
ποπίσω απ' το καμάρι
βαστά μυζήθρες και τυριά
βαστά κι ένα γκινάρι

Εμείς εδώ δεν ήρθαμε
να φάμε και να πιούμε
μον' έχεις κόρην έμορφην
κι ήρθαμε να την δούμε

Φέρτε μας κρασί να πιούμε
και του χρόνου να σας πούμε

Αν έχεις κόρην έμορφην
βάλτηνε στο ζιμπίλι
και κρέμασέ τηνε ψηλά
να μην τη φαν' οι ψύλλοι

Σ' αυτό το σπίτι που ‘ρθαμε
τα ράφια ειν' ασημένια
του χρόνου σαν και σήμερα
να ‘ναι μαλαματένια

Φέρτε μας κρασί να πιούμε
και του χρόνου να σας πούμε

Δεν υπάρχουν σχόλια: